Παρασκευή, Νοεμβρίου 30

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΥΣΤΙΧΙΑ

Έτρωγε τα νύχια του μανιασμένα κι αυτός ο γαμημένος ο ταξιτζής δεν έλεγε να πάει πιο γρήγορα. Η κίνηση ήταν αφόρητη αλλά αν πήγαινε από τα στενάκια θα έχανε πελάτες. Ήξερε ότι τον ακολουθούσαν. Σκαρφάλωσε με τα γόνατα στο πίσω κάθισμα και κοίταξε πίσω μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι. Αγκομαχούσε, η καρδιά του κόντευε να τρελαθεί. «Σε παρακαλώ παιδί μου, κάθισε καλά, θα μου λερώσεις το κάθισμα», είπε η μούμια που καθόταν στην θέση του οδηγού καθηλωμένη χρονιά στην ιδία στάση. Κάθισε στον κώλο του και με το κεφάλι γυρισμένο μια πίσω μια μπρος προσπαθούσε να δει τι γινόταν.

Ίδρωναν μέχρι και τ’αρχίδια του από το άγχος. Τότε άκουσε ήχο μοτοσικλέτας. Γύρισε απότομα και είδε ένα τύπο με φτηνιάρικο μπουφάν μαύρης δερμάτινης να τρέχει σαν τρελός πάνω στο πεζοδρόμιο. Με ένα σάλτο πήδηξε στο πόρτ-μπάγκαζ και υστέρα στην οροφή ενός αυτοκινήτου και με ιλιγγιώδη ταχύτητα πηδώντας από οροφή σε οροφή πλησίαζε όλο και πιο κοντά. Ο τύπος είχε κατουρησει την πίσω θέση του ταξί και κοκαλωμένος περίμενε... απλά περίμενε.
Ο οδηγός της μοτοσικλέτας φτάνοντας 4 αυτοκίνητα πίσω από το ταξί άνοιξε περισσότερο το γκάζι με σκοπό να πηδήξει στο καπό του ταξί και να σταματήσει ακριβώς μπροστά τους με ένα σπινάρισμα κατευθείαν βγαλμένο από ταινία.

Ένα αμάξι όμως πριν, άνοιξε η κίνηση, ο ταξιτζής προχώρησε έχοντας αγνοία του τι συμβαίνει, και ο μαυροφορεμένος καρφώθηκε στον οπίσθιο προφυλαχτήρα του ταξί, πέρασε μέσα από το πίσω τζαμί και εκσφενδονίστηκε σε οριζόντια θέση, ξυστά από το ιδρωμένο αυτί του στόχου του, καρφώθηκε στο μαξιλαράκι της θέσης του οδηγού, το ξήλωσε και το μονό που απέμεινε ήταν πολύ αίμα και σάρκα πάνω στο τιμόνι, και 4 βολβοί ματιών να χοροπηδάνε πάνω-κάτω στο χαλάκι κάτω από τα πεντάλ.

Τότε ο Τζαμαραινα-ομουμα Εμπεντε, το κατοικίδιο σκιουράκι του μοτοσικλετιστή, βγήκε από την τσέπη του μπουφάν του, άρπαξε ένα βολβό, 2 μπάλες άχυρο και μια παλικαρίσια μυτιά καθαρής κοκαΐνης και πάτησε γκαζι για Θεσσαλονίκη αφού κάνει μια γρήγορη στάση Λάρισα, γιατί ρε γαμωτό πάντα, always που λένε και οι φίλοι μας οι Εγγλέζοι, always όμως... always see the brightest side of life, τούρου-τουρουρουρουρουρου , always see the brightest side of life, τουρου-τουρουρουρουρουρου, always see the brightest side of...
Χερια στις τσέπες , the passenger στ’αυτια και συνεχίστε να σφυρίζετε αδιάφορα στο δρόμο για τη δουλειά.

ΓΚΝΙΕΕΕΕ, ΜΦΦΦΦ, ΧΑ!

Τετάρτη, Νοεμβρίου 21

Μια βολτα..

Εγώ με τον Μπαφέρα ζήτημα να έχουμε βγει 10 φορές έξω μαζί. Την πρώτη φορά πήγαμε για γκκαιφε σε ένα παλιό μαγαζί που δούλευε ο en3rgy και η sexyphous εκείνο τον ωραίο καιρό που αυτή δεν ήταν gosu fem cs player. Kαι ήτανε και μαζί τα παιδιά και ήταν γαμώ τα ζευγαράκια.
Μετά από αυτό πήγαμε για death match στο interspot της καμάρας και μου γάμησε τα ύπατα ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΓΑΜΗΜΕΝΟ ΤΟ 4-4 ΤΟΤΕΣ ΝΑ ΟΥΜΕ. ΓΚΑΠΑ ΓΚΑΠΑ ΓΚΑΠΑ κι αυτά τα κιβώτια δεν κάνουν καθόλου absorb ρε μπούστη μου.
Λίγο μετά ο Ροζ μπήκε στους se7en άκουσων άκουσων. (Πόσες clan καταστράφηκαν για μια γυναίκα; Been there done that-respect στον bill.) Και τον γνώρισα κι αυτόν που συμπαθέστατο παιδί καθώς ήταν και με ροζ μαγουλάκια, levis , φούτερ βλουζάκια και να μωρέ 20 κιλά παραπάνω ήταν γάμο τα παιδιά. Τώρα σοβάρεψε ο κυπρίνος. Σκέφτεται να γίνει ΕΠΟΠ.
Αρκετά μετά τους γνώρισα σετ. Τεσπα ξεφεύγω. Έναν ολιγόλεπτο φόρο τιμής στη σόδα με στημένο λεμονί. Οκ τελείωσα.
Τον τελευταίο χρόνο με τον Μπαφέρα που λέτε δεν βγαίνουμε πια. Μπαίνουμε μονό. Στ’αμάξι του. Πηγαίνουμε Ίμια, πίνουμε ότι έχουμε στα χεριά μας και μπορεί να αλλάξει το ρουν της ιστορίας και ξεκινάμε σε μια αέναη βόλτα που ο μονός λόγος που μπορεί να τελειώσει είναι δυστυχώς αντιστρόφως αναλόγως της σημαντικότητας της βόλτας. Πχ «δίνω σήματα αύριο».
Ξεκινήσαμε (τζούρα από πρίγκιπα φρεσκοανοιγμένου πακέτου-σημαντικό). Που πάμε; ΠΑΝΤΟΥ. Ειλικρινά ήμουν και λίγο πίτα και δεν θυμάμαι το sequel των δρόμων που περάσαμε, των σκηνικών που εναλλαχτήκανε, όσων ειπώθηκαν. Το μόνο που θυμάμαι είναι δυο τύπους να χτυπιούνται και να ουρλιάζουν τραγούδια από Τρύπες σε έναν σκοτεινό δρόμο του Χορτιάτη. Επίσης θυμάμαι ότι είχα τόση ένταση που δεν έκανα ούτε ένα τσιγάρο στην 3ωρη διαδρομή μας. Καταλήξαμε ότι το καλοκαίρι είναι η καλύτερη εποχή του χρόνου. Τι κοινό έχει ένα μαρούλι με έναν ιππότη; ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ. Ανεβήκαμε στα κάστρα και είδαμε το συμπάν της πόλης. Έναστρο.. Ο πούστης ο μαύρος, το κέντρο του κόσμου, το μάτι του κυκλώνα, ο κατασκευαστής και προμηθευτής της ζωής ήταν κλειστός..
Φρενάρισε. Κατέβηκα. Ανταλλάξαμε ένα χαμόγελο ευγνωμοσύνης περισσότερο. Μαλακία μόνο τρεις φορές το έχουμε κάνει αυτό. Cya l8er alligator.


Υ.Γ. ΖΗΤΩ ΟΙ ΒΟΜΒΕΣ ΚΥΡΙΟΙ, ΖΗΤΩ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

ΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑΓΙΑ (Ε ΠΩΣ ΤΟ ΚΑΝΕΙ ΓΑΜΩ)