Τετάρτη, Οκτωβρίου 29

Της Ανωμαλιας

Ήμουν πεσμένος χάμω, σ' ένα θεοσκότεινο δωμάτιο, κρατώντας στο χέρι μια λίμα. Σηκώθηκα αλαφιασμένος. Πως βρέθηκα εδώ; Έφτασα ψαχουλεύοντας στον τοίχο και μετά από κάμποση ώρα σε έναν διακόπτη. Άναψα το φως. Το δωμάτιο είχε μέσα 120 κουτιά ζαχαροπλαστείου και έμενα. Υπήρχε μια σιδερένια πόρτα στην άκρη του δωματίου. Έτρεξα προς το μέρος της και προσπάθησα να την ανοίξω. Ήταν κλειδωμένη. Κοίταξα τα κουτιά. Άνοιξα το πρώτο. Ήταν γεμάτο από γλυκά σοκολάτας με φουντούκι σε αλουμινόχαρτο. Το ίδιο και το δεύτερο και το τρίτο. Σε ένα από αυτά βρήκα ένα κασσετοφωνάκι. Πάτησα το play. Μια βραχνή υπόγεια φωνή άρχισε να μιλάει : «Γιώργο… Τόσα χρόνια σου άρεσε να συνάπτεις ερωτικές σχέσεις με ανήλικες… Ήσουν fan του πρωκτικού και του spanking… Σου άρεζε ο Μαζωνάκης και συχνά παρακολουθούσες ειδήσεις του Star…Τώρα ήρθε η ώρα να εξιλεωθείς για όλες αυτές τις ανωμαλίες σου… Για να ανοίξει η πόρτα και να βγεις από αυτό το δωμάτιο πρέπει να κάνεις κάτι που ούτε είχες φανταστεί… Βλέπεις την λίμα στα χεριά σου και τα γλυκά γύρω σου; Θυμήσου το όνομα τους και θα καταλάβεις τι πρέπει να κάνεις… Let the games begin!!»

«Ανώμαλα!» Αναφώνησα. Τα γλυκά ήταν ανώμαλα. Πλακά μου κάνει σκέφτηκα, και άρχισα να τα λιμάρω. Μετά από πολλές ώρες ίσιωσα και το τελευταίο ανώμαλο. Άκουσα την πόρτα να ξεκλειδώνει αυτόματα. Έτρεξα και με το που την άνοιξα, δυνατό φως μπήκε στο δωμάτιο. Έτριψα τα μάτια μου μέχρι να συνηθίσουν και κοίταξα έξω. Ήμουν στην μέση του πουθενά. Γύρω μου βουνά, δέντρα και στέπα. Όπως πήγα να βγω, κλώτσησα κάτι. Κοίταξα κάτω. Ήταν ακόμα ένα κασσετοφωνάκι. Το σήκωσα και πάτησα το play. «Γιώργο… Μην νομίζεις ότι όλα τέλειωσαν… Όπως βλέπεις στα πόδια σου έχεις δεμένη μια άθραυστη αλυσίδα(εσείς δεν το είχατε δει γιατί τώρα μου ήρθε και βοηθά στο storyline). Έχει μήκος 360 χιλιόμετρα… Ακριβώς όσα χρειάζεσαι για να φτάσεις στα άνω Μάλια. Όταν φτάσεις εκεί θα ανοίξει και θα είσαι ελεύθερος. Αλλά δεν θέλω για σένα μόνο ποδαρόδρομο… It would have been too easy… Έχεις ακόμα εκείνη την λίμα στα χεριά σου… Μπροστά σου εκτείνεται το ορεινό οδικό δίκτυο Κρήτης… Πίστεψε με… Δεν ήταν ποτέ ίσιο… Μουχαχαχαχαχ… Let the games begin!!!» Όχι ρε πούστη...

Ξαφνικά ακούστηκε το A hard day’s night να σκάει δυνατά κοντά στ’ αυτί μου. Πηρά βαθιά ανάσα, άνοιξα τα μάτια μου και προσκύνησα τους Beatles και το ξυπνητήρι του κινητού μου που με έβγαλαν από όλη αυτή την ανουσιότητα. Όχι τίποτα άλλο αλλά μετά από 360 χιλιόμετρα λιμαρίσματος, χώμα θα πήγαινα στην δουλεία.

Το Saw 5 που είδα το προηγούμενο βράδυ στο σινεμά τελικά κατάφερε να με τρομάξει στον ύπνο μου. Σηκώθηκα, ντύθηκα, φόρεσα ένα τσίλικο άσπρο παντελόνι και μια μαύρη μπλούζα με ένα γαϊδούρι μπροστά, μπήκα στ' αμάξι, άνοιξα το ράδιο, πάτησα 6 φορές και πολύ γρήγορα το κουμπί CD λες και απευθυνόμουν σε κλειτορίδα, γιατί όπως είπα κι εγώ «Όχι και Φαραντούρη ρε φιλέ πρωινιάτικα», και με ένα πολύ γλυκό, ερωτικό τραγουδάκι που όλοι κατά καιρούς έχουμε αφιερώσει στους έρωτες μας ξεκίνησα για την δουλεία. Το I wanna be your dog των Stooges.

Ήταν 28 Οκτώβρη και περιμέναμε ένα μαζικό ντου στο μαγαζί με το που τέλειωνε η παρέλαση. Όπως και πέρυσι ήταν σίγουρο ότι θα γέμιζαν 180 τραπέζια μέσα σε περίπου τεσσεράμισι δευτερόλεπτα. Στο μίτινγκ της προηγούμενης μέρας ζήτησα επίμονα να ονομάσουμε την 28ης, «παρτούζα day» και να σερβίρουμε σαμπανιέρες με γαλλικό καφέ και καλαμάκια στα τραπέζια με είσοδο κατ’ άτομο 10€ για να λυθούν όλα μας τα προβλήματα αλλά όλως περιέργως δεν εισακούστηκα όσο καλή ιδέα και αν μου φάνηκε. Όποτε τρέχαμε 20 άτομα σαν τρελοί που έχουν δυσθεώρητα μεγάλους δονητές στον κώλο τους. Το άσπρο μου το παντελόνι πηρέ καφέ αποχρώσεις από ένα μπρίκι με σοκολάτα και την φράση «δεξιά ρε μαλάκα κλείνει ο ατμός» να κάνει γκελ δεξιά-αριστερά στο κεφάλι μου. Κάπου εκεί πέταξα στην λίστα που μέχρι εκείνη την στιγμή έπαιζε Vaya Con Dios, το seven nation army που τόσο ωραία ταίριαζε με το παραλλαγής πια παντελόνι μου και δόξα τον θεό κάνεις δεν φάνηκε να ενοχλείτε.

Μετά λοιπόν από ένα ακατάπαυστο πανηγύρι 4 ωρών που ήθελε καρμπυρατέρ στα πόδια, γερό στομάχι και γερά πνευμόνια, έκατσα να στρίψω ένα καφέ και να πιω ένα τσιγάρο και εγώ σαν άνθρωπος να ηρεμήσω. Αλλά σαν να μην έφταναν όλα αυτά, σαν να μην έφταναν οοοολα αυτά κύριες και κύριοι, ήρθε στο μαγαζί να πιει καφεδάκι ο Κοσμάς κι έκατσε διπλά μου στο μπαρ.

Ο Κοσμάς, 60 χρονών, παντρεμένος χρόνια, χαμένος γιος σε αυτοκινητιστικό, χωρισμός αμέσως μετά, κατεστραμμένη ψυχολογία έκτοτε, μας έλεγε ότι ήταν έκπτωτος πρίγκιπας της Μολδαβίας με κάστρα και κτήματα. Ταξιτζής ήταν ο άνθρωπος βεβαία αλλά εμείς κάναμε την πάπια. Ο Κοσμάς λοιπόν μια μέρα μετά από κάνα δυο χρόνια που είχε χωρίσει, παντρεύτηκε μια ψηλή πανέμορφη ξανθιά, την Γιολάντα. Τελικά έμαθε ότι πρώτα την λέγανε Χαρίλαο, αλλά αυτό συνέβη αφού παντρεύτηκαν και του έγραψε το σπίτι στην Δελφών. Τραβελομπιχτης άθελα του ο Κοσμάς αλλά σένα κόσμο γεμάτο αιδοιασμους, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος. Βγήκε και στην Τατιάνα για τα 15 λεπτά δημοσιότητας που έγιναν τελικά 3 εκπομπές γιατί πουλαει η παρακμή, ω ναι πουλαει, και αφού πουλήθηκε κομμάτι, κομμάτι, πηρέ και 10 χιλιάρικα στο χέρι , μπας και πάρει μετά τίποτα πίσω από τα κομμάτια που κοψοχρονιά έδωσε στα ΜΜ εξημέρωσης. Τώρα ηρεμεί μόνο όταν κοιμάται, και κάθε του πρόταση είναι γεμάτη τύψεις, «γαμωτο» και «θα ‘πρεπε».

Βασικά όλο αυτό ήταν εισαγωγή. Λίγο μεγάλη βεβαία αλλά δεν πειράζει.

Εκεί που ήθελα να καταλήξω ήταν ότι μετά από οοοολα αυτά κύριες μου και κύριοι είχα τον Κόσμα να μου μιλάει για την Ρωσιδούλα ετών 25 που μόλις λογοδόθηκε, που είναι ξετρελαμένη μαζί του, και μέθυσε τις προάλλες, και πήγανε σπίτι, και του είπε «θέλω να μου τα κάνεις όλα σήμερα» και πήγε να την γαμίσει παρά φύσει, αλλά δεν έχει καλή στύση τελευταία, «το ξέρω εγώ όμως από το άγχος είναι», και δεν έμπαινε, όσο λιπαντική κρεμά και αν τις είχε βάλει στην κωλοτρυπίδα της.

ΟΙ BEATLES ΦΤΑΙΝΕ ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑ ΜΟΥ ΠΟΥ ΜΕ ΞΥΠΝΗΣΑΝ ΑΠΟ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ, ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ, ΥΠΕΡΟΧΟ ΟΝΕΙΡΟ.
Ζεεεν… Ωμμμμμ….

Τρίτη, Οκτωβρίου 21

Δεν ξερω τιποτα

Μονο ενα ξερω. Οτι τα καλυτερα θα ερθουν. Ειναι στο δρομο. Δαιδαλωδη δρομο αλλα θα ερθουν.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 16

3 Ινδιανοι Αστορες (Κωστακης Αναν)

Μια φορά και έναν καιρό, ήταν τρεις ινδιάνοι άστορες, που ήταν φίλοι καρδιακοί και όλη μέρα τους έβλεπες μαζί να τριγυρνάνε εδώ και εκεί. Ένα πρωί, οι τρεις φίλοι περπατούσαν στο δάσος και σιγοσφύριζαν έναν παλιό σκοπό, όταν ξαφνικά, σε ένα ξέφωτο, βρήκαν μια παλιά, παρατημένη άλφα-βήτα. Την κοίταξαν από ‘δω, την κοίταξαν από ‘κει, στο τέλος κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και δεν χρειάστηκε να πουν λέξη.

Ο πρώτος πήρε ένα «κ» και από τότε ζει στις λίμνες και στα δάση και έχει μεγάλη φουντωτή ουρά.

Ο δεύτερος πήρε ένα «μ» και από τότε επισκευάζει τα υδραυλικά και τοποθετεί κλιματιστικά στα σπίτια του κοσμάκη.

Ο τρίτος ο καλύτερος ήταν και ο πιο άπληστος. Πήρε ένα «γ», ένα «ξ», ένα «λ» και όσα φωνήεντα χωρούσαν στις τσέπες του και έφυγε βιαστικά.

Για μέρες προσπαθούσε να γίνει και αυτός κάτι, σαν τους δύο φίλους του, αλλά μάταια. Σ’ αυτό τον κόσμο δεν υπάρχει χώρος για ξελογάστορες...

Απο την τελικη ληθη (δε φαιναλ θολουθιον) / Κωστακης Αναν / εκδοσεις Βαβελ